Πάνω από την είσοδο του παρεκκλησίου της Κοίμησης παριστάνεται ο Μωϋσής μπροστά στην φλεγόμενη βάτο. Στο κέντρο του τόξου εικονίζεται η φλεγόμενη και μη κατακαιόμενη βάτος. Μέσα στη βάτο εικονίζεται η Θεοτόκος ημίσωμη, μετωπική με τον μικρό Χριστό στην αγκαλιά της. Ο Χριστός με το ένα χέρι ευλογεί και με το άλλο κρατάει κλειστό ειλητάριο. Μπροστά από τη βάτο εικονίζεται άγγελος, ο οποίος στρέφεται προς τον Μωϋσή. Ο Μωϋσής εικονίζεται όρθιος, ολόσωμος, φορά χιτώνα και ιμάτιο και είναι στραμμένος προς τη βάτο. Τη σκηνή συνοδεύει σχετική μεγαλογράμματη επιγραφή. Σύμφωνα με την Αγία Γραφή, ο Μωϋσής, που ήταν ποιμένας, στους πρόποδες του όρους Χωρήβ, αντιλήφθηκε μια βάτο να φλέγεται, αλλά να μην καίγεται. Ο Μωϋσής πλησίασε και μια φωνή τον προέτρεψε να βγάλει να υποδήματά του καθώς πατούσε σε αγία γη. Η σκηνή αυτή, σύμφωνα με τον Ιερό Χρυσόστομο, προεικονίζεται την Θεοτόκο. Η φλεγόμενη και μη καιόμενη βάτος συμβολίζει και τον λαό του Ισραήλ, ο οποίος στην Αίγυπτο, κάτω από την πίεση του Φαραώ, φλεγόταν, αλλά δεν κατακαιόταν. Η εν λόγω σκηνή αποτελεί τμήμα της ευρύτερης παράστασης του Μωϋσή μπροστά στη Φλεγόμενη Βάτο και της παραλαβής από τον ίδιο των Δέκα Εντολών.