Αφηγηματικό επεισόδιο που προέρχεται από την Παραβολή της Κρίσης των Εθνών (Ματθ., κεφ. 25) και στο εικονογραφικό πρόγραμμα των ναών και των τραπεζών συνοδεύει συνήθως την παράσταση της Δευτέρας Παρουσίας. Η παράσταση βρίσκεται στην ανώτερη ζώνη των τοιχογραφιών της Τράπεζας, στη ΒΑ γωνία, και η σκηνή χωρίζεται στο μέσο από τη συμβολή των δύο τοίχων της Τράπεζας, του βόρειου και του ανατολικού. Μπροστά από ένα σχηματοποιημένο αρχιτεκτονικό βάθος εικονίζονται δύο μορφές. Αριστερά, μία νεαρή γυναίκα, με μαντήλα στο κεφάλι, κρατάει ένα σκεύος στο δεξί χέρι και με το άλλο χειρονομεί συνομιλώντας με τον γηραλέο άντρα που βρίσκεται στα δεξιά της παράστασης. Ο μεσήλικας αυτός άντρας προβάλλει μπροστά από μία κατασκευή διαμορφωμένη με πλέξη και μάλλον πρόκειται για κρεβάτι. Ανασηκώνει τα χέρια σαν να συνομιλεί και να δέχεται ευμένως την υπηρεσία της γυναίκας. Η συγκεκριμένη παραβολή «Ἠσθένησα καὶ ἐπεσκέψασθέ με» αναφέρεται στην επίσκεψη που δέχεται ο ασθενής αυτός άνθρωπος, ο οποίος ταυτίζεται, σύμφωνα με την ευαγγελική διήγηση, με τον ίδιο τον Χριστό (αυτό άλλωστε υποδηλώνουν οι επιγραφές Ο ΩΝ στο ένσταυρο φωτοστέφανό του και Ι(ΗΣΟΥ)Σ Χ(ΡΙΣΤΟ)Σ) εκατέρωθεν του φωτοστεφάνου). Η περικοπή αυτή διαβάζεται την Κυριακή του Απόκρεω και αναφέρεται στη Μέλλουσα Κρίση, τότε που ο Δικαιοκρίτης Χριστός θα έλθει ἐν δόξει για να κρίνει τα Έθνη. Σύμφωνα με τα λεγόμενα του Κυρίου όποιοι από τους ανθρώπους στην επίγεια ζωή τους βοήθησαν με οποιοδήποτε έμπρακτο τρόπο «τον πλησίον τους» θα κληρονομήσουν τὴν ἡτοιμασμένην βασιλείαν ἀπὸ καταβολῆς κόσμου.