Ο άγιος Θεόδωρος ο Στρατηλάτης εικονίζεται ολόσωμος και μετωπικός να βαστά σταυρό μάρτυρα και να φέρει το αριστερό χέρι προς το στέρνο. Αποδίδεται σε προχωρημένη νεότητα με τριγωνικό πρόσωπο, πλούσια καστανά βοστρυχωτά μαλλιά και αντίστοιχο μικρό διχαλωττό γένι. Φέρεται ενδεδυμένος με καστανό ποδήρη χιτώνα, στον χρυσοκέντητο ποδόγυρο του οποίου αναπτύσσονται λεπτά γραμμικά μοτίβα, γκριζογάλαζο ιμάτιο, που συγκρατείται με κορδόνι στη μέση και βυσσινί μανδύα με χρυσοκέντητη λαιμοκοπή, που πορπώνεται στον δεξί του ώμο. Σύμφωνα με τον Συναξαριστή, ο άγιος Θεόδωρος ο Στρατηλάτης καταγόταν από τα Ευχάιτα της Γαλατίας, διέπρεπε όμως ως υψηλόβαθμος στρατιωτικός στην Ηράκλεια του Ευξείνου Πόντου. Το 320 μ.Χ. ο αυτοκράτορας Λικίνιος μετέβη από τη Νικομήδεια στην Ηράκλεια προς συνάντηση του αξιωματούχου του, κατά την οποία απαίτησε από τον άγιο να θυσιάσει σε παγανιστικά είδωλα. Τότε, σύμφωνα με τον Συναξαριστή, ο άγιος πήρε τα είδωλα και κομματιάζοντάς τα, διαμοίρασε το χρυσάφι της συστάσεώς τους στους φτωχούς. Όταν αποκαλύφθηκε η πράξη του αγίου Θεοδώρου, συνελήφθη και το σώμα του μαστιγώθηκε, εκγδάρθηκε, σταυρώθηκε και διατρυπήθηκε με λόγχες σε όλα του τα άκρα. Το μαρτύριο του αγίου ολοκληρώθηκε με την διά αποκεφαλισμού θανάτωσή του.