Ο Αρχάγγελος Μιχαήλ εικονίζεται στη νότια παραστάδα της ανατολικής εισόδου της Τράπεζας. Στην απέναντι παρειά παριστάνεται το ανεικονικό θέμα του Τίμιου Σταυρού, στον τύπο της Αναστάσεως, που έχει χαρακτήρα αποτροπαϊκό. Στη μεταβυζαντινή τέχνη συνηθίζεται οι δύο Αρχάγγελοι, Μιχαήλ και Γαβριήλ, να καταλαμβάνουν τον χώρο εκατέρωθεν των εισόδων τόσο σε ιερούς ναούς (Καθολικά, παρεκκλήσια), όσο και σε άλλους χώρους, όπως στηη Τράπεζα αλλά και στις εισόδους των μοναστηρικακών συγκροτημάτων, γαιτί θεωρούνται άρχοντες φύλακες και προφυλάσσουν τη μοναστική κοινότητα από κάθε κακό και απειλή. Έτσι, και στην Τράπεζα της Μονής Παντοκράτορος ο Μιχαήλ απεικονίζεται ως πολεμιστής- στρατιώτης που προφυλάσσει την είσοδο της Τράπεζας, αλλά και ως ψυχοπομπός. Τη διπλή αυτή ιδιότητα του αρχαγγέλου υποδηλώνουν και τα εικονογραφικά γνωρίσματα της παράστασης. Εικονίζεται μετωπικός, φτερωτός, με πολεμική εξάρτυση· φορά θώρακα φολιδωτό, κοντό χιτώνα. Στον δεξί ώμο του κρέμεται βυσσινί χλαμύδα που ανεμίζει πίσω του με πλούσιες πτυχώσεις. Στο ένα χέρι κρατά μακρύ ξίφος και υψώνει το άλλο με τον «ζυγό της ψυχοστασίας» και κρατώντας μία ψυχή, σπαργανωμένη και σε μικρογραφία. Στα πόδια του από κάτω βρίσκονται σε ύπτια θέση δύο άνθρωποι, οι οποίοι μόλις έχουν ξεψυχήσει. Ο ένας μοναχός και ο άλλος λαϊκός.