Στις παραστάσεις του αρχαγγέλου Μιχαήλ ως ψυχοπομπού κάτω από τα πόδια του κείτονται ένας ή δύο μορφές. Πρόκειται για τους νεκρούς που μόλις έχουν ξεψυχήσει και ο Αρχάγγελός λαμβάνει τις ψυχές τους για τις οδηγήσει στον Δικαιοκρίτη Χριστό. Στην παράσταση εικονίζονται δύο μορφές: ο ένας είναι λαϊκός και ο άλλος μοναχός, και οι δύο σε νεαρή ηλικία. Ο πρώτος, αγένειος, φορά γκρίζο, κοντό χιτώνα που πορπώνεται στη μέση του, ενώ ο μοναχός, με μακριά γενειάδα, φορά κοκκινωπό, ποδήρη μοναχικό χιτώνα. Έχει μοναχικό κουκούλιο και κρατά κομποσκοίνι στο ένα χέρι του. Ενδιαφέρον παρουσιάζει η στάση του που θυμίζει τον τρόπο που θάβουν τους κεκοιμημένους μοναχούς, με «σταυρωμένα» τα χέρια στο στήθος, ενώ ο λαϊκός έχει ακουμπισμένα τα χέρια του στους μηρούς. Επιπλέον, το πρόσωπό τους είναι χλωμό, με ανοιχτό το στόμα, απ’ όπου σύμφωνα με την παράδοση, φεύγει η ψυχή. Τα μάτια τους είναι κλειστά και στο πρόσωπό τους είναι ζωγραφισμένος ο πόνος αλλά και ο φόβος του «χοϊκού» ανθρώπου μπροστά στο ανεξήγητο γεγονός του θανάτου.